CYLAW
Όνομα:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Χ. ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI v. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 09/03/23, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 52/2023, 15/12/2023
Ημερομηνία:
15/12/2023
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Χ. ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI v. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 09/03/23, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 52/2023, 15/12/2023

ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 52/2023)

                                                                                              (i-justice)

 

15 Δεκεμβρίου, 2023

 

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ                       ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ                ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Χ. ΜΕ Α.Δ.Τ. [   ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 09/03/23, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 2733 ΚΩΝ/ΝΟΥ ΚΩΝ/ΝΟΥ, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΟΙΚΙΑΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ, ΣΤΗΝ ΟΔΟ Ε. Β. [   ] ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΟΧΗΜΑ ΤΟΥ ΜΕ ΑΡ. ΕΓΓΡΑΦΗΣ [   ] ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΣΤΙΣ 20/06/2023 ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ 58/2023

________________________________________________

 

Αλ. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

 

Θ. Παπακυριακού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

   ___________________________________________________________________

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

______________________________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων καταχώρισε μονομερή Αίτηση με την οποία αξίωνε επέκταση της προθεσμίας των 45 ημερών, που προνοείται στον Κανονισμό 5(1) του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, για να καταχωρίσει αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται δικαστικό Ένταλμα Έρευνας που εξεδόθη στις 9/3/2023 αναφορικά με την οικία και μηχανοκίνητο όχημά του. Κατά το χρόνο καταχώρισης της Αίτησης στις 18/5/2023 είχαν παρέλθει οι 45 ημέρες, τόσο από την ημερομηνία έκδοσης του Εντάλματος Έρευνας, αλλά και από την ημερομηνία εκτέλεσής του στις 25/3/2023. Η Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία (εφεξής πρωτόδικο Δικαστήριο) με την οποία απερρίφθη η εν λόγω μονομερής Αίτηση για επέκταση του χρόνου αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση Έφεσης.

 

Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τέθηκε η Ένορκη Δήλωση δικηγόρου για τον Εφεσείοντα, η οποία υποστήριζε τη μονομερή του Αίτηση. Στην εν λόγω Ένορκη Δήλωση γινόταν αναφορά σε κατ’ ισχυρισμό επιλήψιμη συμπεριφορά της Κυπριακής Αστυνομίας κατά την έρευνα της οικίας του Εφεσείοντα, ότι, δηλαδή, η Αστυνομία δεν του είχε επιδείξει το Ένταλμα Έρευνας, παρόλο που κάτι τέτοιο είχε ζητηθεί από τον Εφεσείοντα και ότι η Αστυνομία του άφησε να νοηθεί πως τέτοιο Ένταλμα Έρευνας δεν είχε εκδοθεί. Σ’ αυτή την κατ’ ισχυρισμό συμπεριφορά της Αστυνομίας βασίστηκε ο Εφεσείων για να δικαιολογήσει την αδράνεια του να καταχωρίσει, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, μονομερή Αίτηση για άδεια.

 

Κατόπιν οδηγιών του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η Αίτηση του Εφεσείοντα επιδόθηκε στο Γενικό Εισαγγελέα για να έχει, το Δικαστήριο, και τις δικές του θέσεις. Μετά την επίδοση της Αίτησης και την εμφάνιση του Γενικού Εισαγγελέα καταχωρήθηκε Ένσταση η οποία υποστηρίχθηκε από Ένορκη Δήλωση του Αστυφ. 2631. Ο εν λόγω Αστυφύλακας ήτο μέλος της ανακριτικής ομάδας η οποία διερευνούσε συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, η οποία καταχωρήθηκε στο Κακουργιοδικείο Λάρνακας/Αμμοχώστου. Συμφώνως των θέσεων της Αστυνομίας, η εν λόγω ποινική υπόθεση αφορούσε σε αδικήματα που έχουν να κάνουν με ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α΄ και Β΄, τα οποία σχετίζονταν με τα όσα ανευρέθηκαν στην οικία του Εφεσείοντα. Με βάση πάντοτε το περιεχόμενο της Ενόρκου Δηλώσεως, ο Αστυφ. 2631 ήταν ένας από τους Αστυνομικούς που είχαν εισέλθει στις 25/3/2023 εντός της οικίας του Εφεσείοντα για να εκτελέσουν το εκδοθέν δικαστικό Ένταλμα Έρευνας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε στην Απόφασή του μέρος από την Ένορκη Δήλωση και συγκεκριμένα τις παραγράφους 3-10, το περιεχόμενο των οποίων κρίνουμε σκόπιμο και εμείς να μεταφέρουμε αυτολεξεί:

 

«(3)  Στις 25/03/23 διαπίστωσα ότι ο κατηγορούμενος βρισκόταν εντός της οικίας του και άμεσα, μαζί με άλλους συναδέλφους, προβήκαμε στην εκτέλεση του εντάλματος έρευνας το οποίο είχαμε στην κατοχή μας.

 (4) Αναφορικά με τις ενέργειες που προέβηκα τόσο εγώ όσο και οι άλλοι συνάδελφοι που ήταν παρόντες, επισυνάπτω ως Τεκμήριο 1 την οπισθογράφηση του Εντάλματος Έρευνας, όπου αναφέρονται λεπτομερώς όλες οι ενέργειες. 

 (5)  Τα όσα αναφέρει ο Αιτητής στην Ένορκη Δήλωση αναφορικά με το ότι δεν του υποδείχθηκε το ένταλμα έρευνας, ούτε στην οικία του αλλά ούτε αργότερα στον Αστυνομικό Σταθμό, είναι εντελώς ανεδαφικά και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

 (6)  Η πραγματικότητα είναι ότι όπως αναφέρω στο Τεκμήριο 1, όσο και στην κατάθεση μου την οποία επισυνάπτω ως Τεκμήριο 2, με την είσοδο μου στην οικία εντόπισα τον κατηγορούμενο να είναι στο υπνοδωμάτιο του, μόλις πληροφορήθηκε για τους λόγους της εκεί παρουσίας μας και την ύπαρξη εντάλματος έρευνας, ο ίδιος ζήτησε όπως διαβάσει το ένταλμα έρευνας. Του δόθηκε αμέσως το ένταλμα έρευνας το διάβασε και ξεκινήσαμε την έρευνα της οικίας του στην παρουσία του.

 (7)   Μετά το πέρας της έρευνας, ο κατηγορούμενος μαζί με τις ναρκωτικές ουσίες που εντοπίστηκαν, μεταφέρθηκαν στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λάρνακας. Ο κατηγορούμενος ζήτησε όπως επικοινωνήσει με τον δικηγόρο του, κ. Κωνσταντίνο Ταμπούρλα ο οποίος μετέβηκε στην ΥΚΑΝ Λάρνακας όπου είχαν ιδιωτική επικοινωνία.

 (8)  Όπως ενημερώθηκα από την υπόλοιπη ανακριτική ομάδα, την επόμενη ημέρα, ήτοι 26/05/23 ο κατηγορούμενος παρουσιάστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας/Αμμοχώστου, το οποίο διέταξε την 8ήμερη κράτηση του.

 (9) Θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρόν στη διαδικασία προσωποκράτησης ήταν και πάλι ο δικηγόρος του, ο οποίος δεν έθεσε οποιοδήποτε ζήτημα, ειδικότερα δεν ζήτησε να παραλάβει αντίγραφο του εντάλματος έρευνας ούτε από την Αστυνομία ούτε από τον δικηγόρο της Δημοκρατίας.

 (10) Σημειώνω τέλος, ότι ουδέποτε μας ζητήθηκε είτε από τον ίδιο προσωπικά, είτε από τον δικηγόρο του, η παράδοση αντιγράφου του εντάλματος έρευνας.  Στην περίπτωση που το ζητούσε, θα του παραδιδόταν άμεσα, καθώς αποτελεί υποχρέωση μας με βάση τον Νόμο.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε την ενώπιον του μαρτυρία, κατέληξε ότι η προσκομισθείσα εκ μέρους της Αστυνομίας μαρτυρία κατέρριπτε πλήρως τους ισχυρισμούς του ενόρκως δηλούντα οι οποίοι υποστήριζαν την Αίτηση, επί τη βάσει του ακόλουθου σκεπτικού:

 

«Από την ένορκη δήλωση του Αστ. 2631 Κυριάκου Μιχαηλίδη, που υποστηρίζει την ένσταση, προβάλλεται σαφής ισχυρισμός, πως κατά την εκτέλεση του εντάλματος έρευνας αυτό είχε αποκαλυφθεί στον Αιτητή. Στην  οπισθογράφηση του εκτελεσθέντος εντάλματος έρευνας  (τεκμήριο 1 στην ένορκη του δήλωση) γίνεται ρητή αναφορά, ανάμεσα  σ΄ άλλα, πως «πριν την έναρξη της έρευνας τους υπέδειξα το ένταλμα και τους επέστησα την  προσοχή τους στο νόμο».  Στην γραπτή κατάθεση που ο πιο πάνω Αστυνομικός έδωσε στην Αστυνομία (τεκμήριο 2 στην ένορκη του δήλωση), καταγράφονται τα ακόλουθα:  «Κατά την είσοδο μας στην οικία από την κύρια είσοδο της οικίας την οποία άνοιξε η Ν.Κ. σύζυγος του Χ. της υπέδειξα την Αστυνομική μου ταυτότητα της εξήγησα τον λόγο της εκεί παρουσίας μας, της υπέδειξα το δικαστικό ένταλμα και την ρώτησα που βρισκόταν ο σύζυγος της. Η Ν.Κ. μας οδήγησε έξω από το υπνοδωμάτιο του και ανάφερε ότι κοιμάται.  Η πόρτα ήταν κλειδωμένη και αφού ο Χ. μας άνοιξε ζήτησε να δει το ένταλμα έρευνας.  Ο Α/Αστ2265 του υπέδειξε το ένταλμα έρευνας και του επέστησε την προσοχή του στο νόμο και τον ρώτησε αν είχε οτιδήποτε παράνομο σχετικά με ναρκωτικά στο σπίτι.  Ο Χ. ανέφερε 'Έχω λίο που πίννω'».

 

Αναφέρω από τώρα πως η πιο πάνω μαρτυρία, δεν αμφισβητήθηκε από τον Αιτητή. Μάλιστα ο ευπαίδευτος συνήγορος του δήλωσε πως δεν επιθυμούσε να αντεξετάσει τον ενόρκως δηλούντα.  Ήταν όμως η θέση του πως «. τα όσα αναφέρει στην ένορκη δήλωση του ο Αστ. Κυριάκος Μιχαηλίδης δεν συμφωνούν με τα όσα αναφέρονται στα τεκμήρια που ο ίδιος παρουσιάζει». Η πιο πάνω θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου, με κάθε σεβασμό, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Το ουσιώδες, για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, είναι ότι τόσο στην ένορκη δήλωση του Αστ. 2631 όσο και στην οπισθογράφηση του εντάλματος έρευνας, αλλά και στην γραπτή του  κατάθεση στην Αστυνομία, γίνεται ρητή αναφορά πως πριν από τη έναρξη της έρευνας, ο Αιτητής ενημερώθηκε για τους λόγους  της παρουσίας της Αστυνομίας στην οικία του, και το κυριότερο, είχε αποκαλυφθεί σ΄ αυτόν το εκδοθέν ένταλμα έρευνας. Συνεπώς, αυτός γνώριζε ότι είχε εκδοθεί δικαστικό ένταλμα έρευνας από τις 25.3.2023, ημερομηνία κατά την οποία αυτό είχε εκτελεστεί. Όμως ουδέν έπραξε.  Όπως λέχθηκε στην Πολ. Αίτ. Αρ. 11/22, Αναφορικά με την Αίτηση των 1. Ανδρέα Δημητριάδη & Σία ΔΕΠΕ κ.ά., ημερ. 14.7.2022, κρίσιμος χρόνος, για σκοπούς επέκτασης της προθεσμίας, είναι ο χρόνος που ένας Αιτητής λαμβάνει ή θα μπορούσε να λάβει γνώση για την ύπαρξη της διαδικασίας που επιθυμεί να ακυρώσει.  Τέλος, από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία του Αστ. 2631, προκύπτει πως ο Αιτητής, ο οποίος προηγουμένως εκπροσωπείτο από άλλο συνήγορο, ουδέποτε είχε ζητήσει από την Αστυνομία αντίγραφο του εκδοθέντος εντάλματος έρευνας». 

      

 

Με δύο Λόγους προσβάλλεται η πρωτόδικη Απόφαση. Συγκεκριμένα, ο Εφεσείων προβάλλει ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τη θέση του ότι θα έπρεπε να λάβει επαρκή γνώση και όχι απλά γνώση της ύπαρξης του Εντάλματος Έρευνας (1ος Λόγος Έφεσης) και ότι η Ένορκη Δήλωση θα έπρεπε να είχε γίνει από τον Εφεσείοντα και όχι από δικηγόρο                (2ος Λόγος Έφεσης).

 

 

Βασικός άξονας της επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα ήταν ότι ο χρόνος προώθησης νομικού διαβήματος πρέπει να ξεκινά μόνο από τη στιγμή που ο αιτητής έχει λάβει «επαρκή» γνώση και ότι, στην προκείμενη περίπτωση, ο Εφεσείων θα έπρεπε να είχε λάβει «επαρκή» γνώση και όχι, απλώς, γνώση για την ύπαρξη του Εντάλματος Έρευνας. Όπως υποστηρίχθηκε, η «επαρκής» ή η «ικανοποιητική» γνώση δεν μπορούσε να επέλθει με την αναφορά ύπαρξης του Εντάλματος ή με την υπόδειξη του, παρά μόνο με την παράδοση αντιγράφου αυτού. Οτιδήποτε άλλο, πρόσθεσε, δεν μπορούσε να αποτελέσει, στην υπό κρίση περίπτωση, «επαρκή» γνώση. Όπως δε τονίσθηκε, «επίσημη» γνώση στην παρούσα υπόθεση είχε ληφθεί μετά από έρευνα που είχαν κάνει οι δικηγόροι του Εφεσείοντα.  

 

Mε βάση το Διαδικαστικό Κανονισμό 5(1), αίτηση για άδεια καταχωρείται το συντομότερο και, σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος εισαγωγής της, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 45 μέρες, από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διαταγής ή πράξης. Είναι κατ’ εξαίρεση και μόνο επιτρεπτή η επέκταση χρόνου και κατ' ακολουθία του Κανονισμού 5(2), σύμφωνα με τον οποίο το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να επεκτείνει την προθεσμία στις περιπτώσεις κατά τις οποίες καταδεικνύονται «εξαιρετικές περιστάσεις», τέτοιες που να παρεμπόδιζαν τον Αιτητή να προχωρήσει στην καταχώριση Αίτησης αυτής της μορφής εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι οι «εξαιρετικές περιστάσεις» πρέπει όχι μόνο να υφίστανται, αλλά πρέπει και να υποστηρίζουν την «παρεμπόδιση» του Αιτητή από του να καταχωρίσει την αίτηση του εντός της προθεσμίας.

 

Στην υπό συζήτηση περίπτωση τα γεγονότα είναι απλά και, κυρίως, αδιαμφισβήτητα. Με την είσοδο των Αστυνομικών στην οικία του Εφεσείοντα και τον εντοπισμό του στο υπνοδωμάτιο του, μόλις αυτός πληροφορήθηκε για τους λόγους της εκεί παρουσίας τους και την ύπαρξη Εντάλματος Έρευνας, ο ίδιος ζήτησε όπως διαβάσει το Ένταλμα Έρευνας.  Αφού του δόθηκε το Ένταλμα Έρευνας και το διάβασε, ακολούθησε η έρευνα της οικίας του στην παρουσία του. Σε κανένα, δε, στάδιο δεν ζητήθηκε από τον Εφεσείοντα να του δοθεί αντίγραφο του Εντάλματος Έρευνας. Μάλιστα κατά τη διαδικασία προσωποκράτησης στις 26/5/2023 όπου παρών ήτο και ο δικηγόρος του, δεν φαίνεται να προβλήθηκε ή, έστω, να απασχόλησε καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ζήτημα. Ούτε ζητήθηκε από την Αστυνομία ή από το δικηγόρο που την εκπροσώπησε, η παράδοση αντιγράφου του Εντάλματος Έρευνας, γεγονός που αποδεικνύει γνώση περί της ύπαρξης και του περιεχομένου του, και έτσι η υπόθεση προχώρησε περαιτέρω στο στάδιο που ήταν.

 

H ενημέρωση του Εφεσείοντα από την Αστυνομία για την ύπαρξη Εντάλματος Έρευνας εναντίον του, καθώς η αποκάλυψη στον ίδιο του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας το οποίο ο Εφεσείων είχε την ευχέρεια να διαβάσει και το διάβασε, χωρίς κανένα ενδοιασμό συνιστούν γνώση περί της ύπαρξης και του περιεχομένου του εν λόγω Εντάλματος Έρευνας από εκείνη την ημέρα κατά την οποία αυτό είχε εκτελεσθεί, ήτοι από τις 25/3/2023. Ό,τι απαιτείται για σκοπούς διαπίστωσης του κατά πόσο ένας αιτητής έλαβε γνώση μιας απόφασης ή διατάγματος ή μιας διαδικασίας που επιθυμεί να ακυρώσει με τη χρήση του Προνομιακού Εντάλματος είναι, αναμφίβολα, η γνώση των κρίσιμων γεγονότων. Στα περιστατικά της υπόθεσης αυτό έχει συντελεσθεί κατά το στάδιο κατά το οποίο το επίδικο Ένταλμα Έρευνας εκτελέστηκε. Το δε επιχείρημα του Εφεσείοντα το οποίο επανέλαβε στην Αγόρευση του μετά επιτάσεως ότι επαρκής γνώση της ύπαρξης του Εντάλματος Έρευνας θα υπήρχε μόνο αν του είχε δοθεί αντίγραφο κατά την εκτέλεση του εν λόγω Εντάλματος, δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε σημασία ή βαρύτητα ενόψει του ότι, μετά που έλαβε γνώση για την ύπαρξη του Εντάλματος και πριν τη λήξη της προθεσμίας, σε κανένα διάβημα προέβη για να ζητήσει αντίγραφο του Εντάλματος. Τέτοιο διάβημα έλαβε χώρα μετά που η σχετική προθεσμία παρήλθε και ανέλαβε την εκπροσώπηση του Εφεσείοντα άλλος δικηγόρος.

 

Η νομολογία την οποία επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα ουδόλως υποστηρίζει τη θέση του ότι χωρίς τη λήψη αντιγράφου του επίδικου Εντάλματος Έρευνας η γνώση του, στην υπό εξέταση περίπτωση, για την ύπαρξη του δεν ήταν είτε «πλήρης», είτε «ικανοποιητική» στο πλαίσιο που εξετάζουμε, ήτοι για σκοπούς καταχώρισης αίτησης για παροχή άδειας για ακύρωση του με τη χρήση Προνομιακού Εντάλματος. Το σημαντικό στην προκείμενη περίπτωση είναι ότι η βάση πάνω στην οποία ο Εφεσείων στηρίχθηκε για σκοπούς του αιτήματος για παράταση της προθεσμίας ήταν ότι η Αστυνομία δεν του είχε υποδείξει το Ένταλμα Έρευνας, καθώς και ότι του είχε αφήσει να νοηθεί ότι τέτοιο Ένταλμα Έρευνας δεν είχε εκδοθεί, βάση η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, είχε καταρριφθεί πλήρως από τη μαρτυρία που είχε προσκομίσει η Αστυνομία. Ως εκ τούτου, η επίκληση αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις οποίες το ζήτημα που εγείρετο ήταν η μη λήψη γνώσης ενός αιτητή για το περιεχόμενο διατάγματος που είχε εκδοθεί και τον αφορούσε, όπως ήταν η απόφαση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση Ι.Ε., Πολιτική Αίτηση Αρ. 13/2022, ημερ. 7/6/2022, διόλου δεν βοηθά την επιχειρηματολογία του Εφεσείοντα.

 

Στην υπό κρίση περίπτωση είναι, λοιπόν, σαφές, με βάση τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, από τη στάση ανωτέρω του Εφεσείοντα προσωπικά και δια του χειρισμού του Δικηγόρου στα πρώιμα στάδια της υπόθεσης, ότι ο Εφεσείων είχε γνώση όχι μόνο για την ύπαρξη του επίδικου Εντάλματος Έρευνας, εφόσον η Αστυνομία τον πληροφόρησε περί τούτου, αλλά και του ιδίου του περιεχομένου του Εντάλματος Έρευνας εφόσον, κατόπιν δικού του αιτήματος, του δόθηκε και το διάβασε.

Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω ο Λόγος Έφεσης 1 είναι αβάσιμος και, συνεπώς, απορρίπτεται.

 

Ενόψει της εξέτασης και απόρριψης του Λόγου Έφεσης 1, ο οποίος αφορούσε την ουσία της Αίτησης, καθίσταται, πλέον, άνευ σημασίας ο Λόγος Έφεσης 2 και, συνεπώς, δεν χρειάζεται να εξετασθεί. 

 

Θεωρούμε ορθή, επομένως, την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν πληρούντο οι προϋποθέσεις του πιο πάνω Κανονισμού για να δοθεί  η αιτούμενη επέκταση της προθεσμίας.

 

Η Έφεση απορρίπτεται με €2000 έξοδα έφεσης.

 

 

 

                              Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο