ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 823/2020)
19 Δεκεμβρίου 2023
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Π. Α.
Αιτητής
v.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
2. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Μάριος Κυριακίδης, για Μάριος Ι. Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.
Τατιάνα Ιακωβίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή, με την οποία αξιώνει από το Δικαστήριο, την εξής θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Καθ’ ης η Αίτηση Υπουργού να απορρίψει την Ένσταση με ημερομηνία παραλαβής 25/11/2019 του Αιτητή κατά της απόφασης της Καθ’ ης η Αίτηση 2 να κηρύξει τον Αιτητή εκούσια άνεργο και να τερματίσει την παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος προς αυτόν, όπως φαίνεται στην επισυνημμένη επιστολή ημ. 24/6/2020, είναι άκυρη και παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.»
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που έχει καταχωρηθεί, ο αιτητής υπέβαλε στην Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας, αίτηση για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Αναφέρθηκε, επί της αιτήσεως, πως ο ίδιος είναι άνεργος εγγεγραμμένος στη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης. Η υποβληθείσα αίτηση εγκρίθηκε από την 1.5.2015, όπως αυτό του γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 20.5.2015. Όπως επίσης αναφέρεται στην Ένσταση, ο αιτητής έλαβε επίδομα για Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα για την περίοδο από τον Νοέμβριο 2014 μέχρι και τον Αύγουστο του 2019, συνολικού ύψους €25.966,2.
Στη συνέχεια, η καταβολή του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος τερματίστηκε, λόγω του ότι δεν αποδέχθηκε θέση εργασίας στην οποία είχε παραπεμφθεί στις 7.6.2018, μετά από σχετική διαδικασία Κοινωνικής Παρέμβασης από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την κήρυξή του, ως εκούσια άνεργου. Η απόφαση τερματισμού του επιδόματος που ελάμβανε ο αιτητής, λόγω της απόφασης κήρυξης του, ως εκούσια άνεργου, του γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 30.8.2019.
Κατά της πιο πάνω απόφασης της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας, ο αιτητής υπέβαλε ένσταση, ημερομηνίας 25.11.2019, ενώπιον της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ως λόγους ένστασης, επικαλέστηκε το γεγονός πως η προσφερθείσα θέση εργασίας στο Τμήμα Δασών, βρισκόταν πολύ μακριά από τον τόπο διαμονής του, γεγονός που θα συνεπάγετο κόστος καυσίμων και συντήρησης του αυτοκινήτου του, ενώ παράλληλα, αναφέρθηκε σε πολλαπλή εγχείρηση κοίλης στην οποία υπεβλήθη που δεν του επέτρεπε να σηκώνει βάρη και να οδηγεί πολλές ώρες, όπως και στην οικογενειακή του κατάσταση με τους υπερήλικες γονείς του. Σημειώνεται πως με την ένσταση δεν προσκομίστηκε οποιοδήποτε υποστηρικτικό έγγραφο ή στοιχείο εκ μέρους του.
Προς εξέταση της υποβληθείσας ένστασης, ετοιμάστηκε σχετική έκθεση γεγονότων ημερομηνίας 5.6.2020, με απορριπτική εισήγηση, που υπεβλήθη προς την Υπουργό, η οποία αποφάσισε όπως απορρίψει την ένσταση και επικυρώσει την απόφαση της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας. Η προαναφερόμενη απορριπτική απόφαση, γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 24.6.2020, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτω αυτούσιο:-
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην ένσταση σας με ημερομηνία παραλαβής 25/11/2019 για κήρυξή σας ως εκούσια άνεργο και τερματισμό της παροχής ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και να σας ενημερώσω τα ακόλουθα:
2. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 32 του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν με την ένστασή σας και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της αίτησης σας στην Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας, αποφασίστηκε η απόρριψη της ένστασης σας, λόγω της μη συμμόρφωσης σας με τις υποχρεώσεις σας ως δικαιούχος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 18(β) της ανωτέρω νομοθεσίας, δηλαδή να απορρίψετε θέση εργασίας.»
Η νομιμότητα της πιο πάνω διοικητικής αποφάσεως, συνιστά το αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, υποστήριξε πως η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε σε εξωγενή στοιχεία, ήτοι στην προηγούμενη απόρριψη άλλων προσφορών απασχόλησης, ενώ δεν στηρίχθηκε στα στοιχεία της συγκεκριμένης, που αφορούσε σε προσφορά εργασίας στο Τμήμα Δασών στον Κάμπο της Τσακίστρας, μακριά από την ιδιόκτητη οικία του στο χωριό Πέρα Ορεινής, εργασία που θα συνεπάγετο κόστος και έξοδα αποτρεπτικά. Πρόσθετα, με την προσφορά αυτής της εργασίας, οι καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη την κατάσταση της υγείας του, αλλά ούτε και την ανάγκη φροντίδας των ηλικιωμένων γονέων του. Κατά τις εισηγήσεις, η εν λόγω προσφερθείσα απασχόληση, ήταν οικονομικά ασύμφορη και επομένως, η καθ’ ης η αίτηση υπό πλάνη, αλλά και κατά κατάχρηση εξουσίας έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού ουδόλως λήφθηκε υπόψη η ταλαιπωρία και τα έξοδα που θα προέκυπταν σε περίπτωση αποδοχή της.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υποστήριξε τη νομιμότητα της αποφάσεως, με αναφορά σε σχετικά γεγονότα, προσκομίζοντας και τους διοικητικούς φακέλους, οι οποίοι σημειώθηκαν ως Τεκμήρια 1 και 2.
Στις πρόνοιες του άρθρου περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, Ν. 109(Ι)/2014, ως αυτός έχει τροποποιηθεί, ορίζονται τα εξής:-
«18. Οποιοσδήποτε αιτητής ή/και δικαιούχος ο οποίος είναι ικανός για εργασία οφείλει:
[…]
(β) σε περίπτωση που είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης, να αποδεχθεί εργασία την οποία είναι ικανός να εκτελέσει και έχει τις δεξιότητες να εκτελέσει·
(γ) να µην παραιτείται εκούσια από την εργασία του-
(i) έξι (6) μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος· και
(ii) μετά την υποβολή της αίτησης για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος· και
(iii) καθόλη την περίοδο που λαμβάνει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα· […]»[1].
Παραθέτω επίσης τις διατάξεις των άρθρων 19 και 22 του πιο πάνω αναφερόμενου Νόμου:-
«19. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18, δικαιούχος ο οποίος απασχολείται σε εργασία, σε πλήρη ή μερική απασχόληση, υποχρεούται μετά την πρώτη καταβολή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος να εγγραφεί στο Μητρώο της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης ως εργαζόμενος που ζητά καλύτερη εργασία καθόσον αφορά την αμοιβή.
[…]
22.-(1) Σε περίπτωση που τα αποτελέσματα της κοινωνικής παρέμβασης καταδείξουν ότι ο αιτητής ή/και δικαιούχος είναι ικανός για εργασία, ο Προϊστάμενος Υπηρεσίας, αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα της κοινωνικής παρέμβασης, τον κηρύσσει ως εκούσια άνεργο.
(2) Αιτητής ή/και δικαιούχος ο οποίος έχει κηρυχθεί ως εκούσια άνεργος µε βάση το εδάφιο (1) ενημερώνεται γραπτώς από τον Προϊστάμενο Υπηρεσίας και δεν καθίσταται δικαιούχος ή παύει να είναι δικαιούχος από την ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση της κήρυξής του ως εκούσια άνεργου και η απόφαση ισχύει για περίοδο έξι (6) μηνών.»
Από τις πιο πάνω αναφερόμενες νομοθετικές πρόνοιες, προκύπτει πως δικαιούχος λήπτης ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, ο οποίος είναι ικανός προς εργασία, υποχρεούται να αποδεχθεί εργασία που του προσφέρεται, νοουμένου ότι είναι ικανός να εκτελέσει τη συγκεκριμένη εργασία και έχει, προς τούτο, τις αντίστοιχες δεξιότητες να την εκτελέσει. Από τις διατάξεις του άρθρου 18(β) του Ν. 109(Ι)/2014 ως έχει τροποποιηθεί, ο εκάστοτε δικαιούχος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, δεν έχει δικαίωμα απόρριψης εργασίας, παρά μόνον σε περίπτωση που δεν έχει τις απαραίτητες δεξιότητες να την εκτελέσει.
Στην προκείμενη περίπτωση, στον αιτητή προσφέρθηκε εργασία στο Τμήμα Δασών στον Κάμπο της Τσακίστρας και ο λόγος που την απέρριψε, ήταν η ταλαιπωρία και τα έξοδα που θα υποστεί, λόγω της μακρινής απόστασης από την οικία του στα Πέρα Ορεινής. Σημειώνεται πως ουδέποτε ο αιτητής υποστήριξε πως είναι ανίκανος - από θέμα ικανοτήτων και γνώσεων - να την εκτελέσει. Από τις πιο πάνω, όμως, νομοθετικές πρόνοιες, δεν παρέχεται τέτοια εξαίρεση από την υποχρέωση εκτέλεσης εργασίας δικαιούχου προσώπου, αφού άξονα του ισχυρισμού του για απόρριψη της θέσης, δεν αποτέλεσε η μη ικανότητά του να την εκτελέσει, παρά μόνον τα έξοδα και η απόσταση από την οικία του.
Βάσει τούτου, κρίνεται πως ορθά η Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας αποφάσισε την κήρυξη του αιτητή, ως εκούσια άνεργου, λόγω απόρριψης θέσης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του σχετικού Νόμου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την παύση του, ως δικαιούχου ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, βάσει των διατάξεων του άρθρου 22(2) του Νόμου.
Ομοίως και στην ένσταση που ο αιτητής υπέβαλε ενώπιον της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32 του σχετικού Νόμου, δεν ισχυρίστηκε ανικανότητα εκτέλεσης της συγκεκριμένης εργασίας, από άποψη δεξιοτήτων. Η μόνη αναφορά υπό αυτή την πτυχή, ήταν ο ισχυρισμός του για την εγχείρηση στην οποία είχε υποστεί, πλην όμως, δεν επισύναψε οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο ή ιατρική βεβαίωση, όπως απαιτείται ρητώς από τις διατάξεις του άρθρου 32(4) του σχετικού Νόμου.
Για την εξέταση της ένστασης από την Υπουργό, υπεβλήθη έκθεση γεγονότων με απορριπτική εισήγηση, με την οποία η Υπουργός συμφώνησε. Από την εν λόγω υποβληθείσα έκθεση γεγονότων, διαπιστώνω πως έγινε αναφορά, πέραν της συγκεκριμένης απόρριψης θέσης εργασίας στο Τμήμα Δασών - απόρριψη ημερομηνίας 7.6.2018, ήτοι εντός του ουσιώδους χρόνου - και σε άλλες θέσεις εργασίες, μεταγενέστερες του ουσιώδους χρόνου. Αυτό, λόγω του ότι παρέχεται τέτοια εξουσία στην Υπουργό, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32(8) του Ν. 109(Ι)/2014 ως ετροποποιήθη, εφόσον, όμως, ληφθεί απόφαση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32(7)(β) – (ε), για έγκριση της ένστασης, τροποποίηση της απόφασης των Υπηρεσιών Επιδομάτων Πρόνοιας, έκδοση νέας απόφασης ή παραπομπή της προς τις Υπηρεσίες.
Από τα ενώπιον μου γεγονότα, προκύπτει πως η Υπουργός, εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρου 32(7)(α) του σχετικού Νόμου, απορρίπτοντας την υποβληθείσα ένσταση και επικυρώνοντας την απόφαση των Υπηρεσιών Επιδομάτων Πρόνοιας, ορθά και νόμιμα, στηρίχθηκε στη συγκεκριμένη και μόνον απόρριψη θέσης εργασίας, καίτοι στο σημείωμα που τέθηκε ενώπιον της, προκύπτει εκ μέρους του αιτητή απόρριψη και άλλων, μεταγενέστερων, θέσεων εργασίας.
Για τους πιο πάνω λόγους, κρίνεται ως ορθή και νόμιμη η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.850 έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.