Κωνσταντίνου ν. Συμβ. Αμπελ. Προϊόντω (1992) 3 ΑΑΔ 228
Συμεωνίδου Xρυστάλλα και Άλλη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 145
Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών και Άλλου (1999) 3 ΑΑΔ 447
Hλιόπουλος Kωνσταντίνος ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (2000) 3 ΑΑΔ 438
Ηροδότου Χρίστος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 220
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μαρούλλας Δημήτρη Παπαξενοπούλου και Άλλων (2016) 3 ΑΑΔ 462
Kentonis Lella Investment Co Ltd και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλων (2016) 3 ΑΑΔ 630
ΑΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ κ.α. ν. Α.Η.Κ (ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ), ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 140/13, 8/5/2020
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 779/2020)
18 Δεκεμβρίου 2023
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Γ. Ο.
Αιτήτρια,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Υγείας
Καθ’ ων η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Σ. Τσαχίδου (κα) για Αχιλλεύς & Αιμίλιος, Κωνσταντίνος Αιμιλιανίδης Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόροι για την αιτήτρια.
Τ. Ιακωβίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, δικηγόρος για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, συνιστά η νομιμότητα της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της αιτήτριας για κάλυψη εξόδων θεραπείας στον ιδιωτικό τομέα στα πλαίσια του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο δημόσιο τομέα και η οποία κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 19.6.2020.
Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, η αιτήτρια με επιστολή της ημερομηνίας 7.11.2019 προς τη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας αιτείτο την εκ των υστέρων κάλυψη εξόδων θεραπείας για χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε σε ιδιωτικό ιατρικό κέντρο για αντιμετώπιση καρκίνου του φύματος Vater καθώς και της χειρουργικής επέμβασης που διενεργήθηκε προς αντιμετώπιση της εσωτερικής αιμορραγίας που προέκυψε μετεγχειρητικά. Σύμφωνα δε με τα όσα αναφέρονται στην ρηθείσα επιστολή της αλλά και από το περιεχόμενο των διάφορων ιατρικών εξετάσεων, διαγνώσεων και εκθέσεων που επισυνάφθηκαν σε αυτή, προκύπτει ότι η αιτήτρια ηλικίας 63 χρονών και ενώ ήταν καθόλα υγιής στις 7.10.2019 παρουσίασε ικτερική χροιά και επικοινώνησε με τον προσωπικό της ιατρό του ΓΕΣΥ.
Στις 8.10.2019 οι αναλύσεις στις οποίες υποβλήθηκε η αιτήτρια κατέδειξαν υψηλά υπατικά ένζυμα και δια τούτο έγινε άμεση παραπομπή της στον γαστρεντερολόγο- ηπατολόγο του ΓΕΣΥ Δρ. Κ.
Ακολούθως και μεταξύ των επόμενων ημερών ήτοι από τις 9.10.2019 έως 12.10.2019, η αιτήτρια υποβλήθηκε σε σειρά ιατρικών εξετάσεων καθώς και σε επέμβαση ERCP προς τοποθέτηση stent και συλλέγηκαν βιοψίες, οι οποίες κατέδειξαν κακοήθεια, ήτοι καρκίνο του φύματος Vater. Η αιτήτρια παραπέμφθηκε άμεσα από το γαστρεντερολόγο-ηπατολόγο του ΓΕΣΥ στον εξειδικευμένο χειρούργο ήπατος-χοληφόρων-παγκρέατος και χειρουργικής ογκολογίας Δρ. Π.
Στις 16.10.2019 η αιτήτρια επισκέφτηκε τον Δρ. Π. ο οποίος, αφού αξιολόγησε την κλινική κατάσταση και τις ιατρικές εξετάσεις της αιτήτριας καθώς και τα αποτελέσματα εξετάσεων ίδιας ημέρας διαπίστωσε ότι έπρεπε να γίνει άμεση εισαγωγή της αιτήτριας στο νοσηλευτήριο (όπερ και εγένετο) και ότι η αιτήτρια θα έπρεπε να υποβληθεί σε κατ΄επείγουσα χειρουργική επέμβαση Whipple, με σκοπό την αντιμετώπιση του ίκτερου, της χολικής σήψης και του καρκίνου στο πάγκρεας.
Στις 18.10.2019 η αιτήτρια υποβλήθηκε επιτυχώς σε χειρουργική επέμβαση ωστόσο τις αμέσως επόμενες ημέρες παρουσίασε οξεία μετεγχειρητική εσωτερική αιμορραγία και υποβλήθηκε σε νέα χειρουργική επέμβαση, η οποία ήταν επιτυχής.
Η περίπτωση της αιτήτριας παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Ειδικών Ιατρών Χειρουργικής, η οποία σε συνεδρία της ημερομηνίας 22.11.2019, μελέτησε την περίπτωση της αιτήτριας βάσει του άρθρου 2 του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για τις Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στον Δημόσιο Τομέα και γνωμοδότησε ότι η χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε η αιτήτρια σε νοσηλευτήριο του ιδιωτικού τομέα πραγματοποιείται στη Χειρουργική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Πρόσθετα η Επιτροπή έκρινε ότι η ασθενής δεν αποτάθηκε στα κρατικά νοσηλευτήρια άλλα με δική της πρωτοβουλία απευθύνθηκε σε νοσηλευτήριο του ιδιωτικού τομέα και σημείωσε ότι περιστατικά καρκίνου αντιμετωπίζονται με προτεραιότητα στη Χειρουργική Κλινική του Γ.Ν Λευκωσίας.
Η εν λόγω γνωμάτευση της Επιτροπής Ειδικών, υιοθετήθηκε από την Αρμόδια Αρχή και το αίτημα της αιτήτριας απορρίφθηκε, γεγονός που της κοινοποιήθηκε με σχετική επιστολή ημερομηνίας 11.12.2019. Παράλληλα, με την ίδια επιστολή η αιτήτρια πληροφορείτο για το δικαίωμα της να ζητήσει επανεξέταση, σε περίπτωση που δεν την ικανοποιούσε η δοθείσα απόφαση.
Ακολούθησε, η επιστολή της αιτήτριας ημερομηνίας 27.12.2019 προς τη Γενική Διευθύντρια Υπουργείου Υγείας δια της οποίας αιτείτο επανεξέταση του αιτήματος της, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονταν και τα ακόλουθα:
«Λόγω του επείγοντος της περίπτωσης μου κατάφερα και έκλεισα ραντεβού με τον Δρ. Α. Π. στις 16/10/2019. Πήγα στο ιατρείο του για να με εξετάσει και να με ενημερώσει σχετικά με τις επιλογές που είχα. Λόγω όμως του έντονου κίτρινου χρώματος που είχα εκείνη την ήμερα, ο γιατρός ήθελε να μου κάνει ανάλυση αίματος και μου ζήτησε να περιμένω στην κλινική μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα. Τα αποτελέσματα των χημικών εξετάσεων κατέδειξαν Total Bilirubin levels 25 και με ενημέρωσε ότι λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης μου έπρεπε να γίνει άμεσα εισαγωγή μου στην κλινική και να γίνει επείγουσα χειρουργική επέμβαση, την επόμενη μέρα. Επίσης μου ανέφερε εμφαντικά, ότι όταν τα επίπεδα χολερυθρίνης είναι τόσο ψηλά απαγορεύεται στο γιατρό να αφήσει τον ασθενή να φύγει. Επομένως, δεν υπήρχε ούτε χρόνος ούτε δυνατότητα επιλογής από μέρους μου αφού έπρεπε να γίνει άμεσα εισαγωγή μου και επειγόντως εγχείρηση λόγω της επικινδυνότητας και της κρισιμότητας της κατάστασης μου.
Με βάση τα πιο πάνω πιστεύω ότι λόγω της σοβαρότητας και του επείγοντως της περίπτωσης μου δεν είχα άλλη επιλογή από αύτη που τελικά κατέληξα. Έτσι σας παρακαλώ όπως επανεξετάσετε το αίτημα για την κάλυψη των ιατρικών μου εξόδων, συνολικού ποσού €42,970.
Εσωκλείω βεβαίωση του Δρ. Ι. Κ. με την οποία εισηγείται ότι θα πρέπει να γίνει επείγουσα εγχείρηση και επισυνάπτω ξανά την ιατρική σημείωσή του που με παραπέμπει στον Δρ. Α. Π. Επίσης, επισυνάπτω και βεβαίωση απο τον Δρ. Α. Π. για τον επείγον της χειρουργικής επέμβασης Whipple.»
Τα μέλη της Επιτροπής του Αναθεωρητικού Συμβουλίου, το οποίο συγκροτήθηκε προς επανεξέταση του αιτήματος, σε συνέδρια ημερομηνίας 2.6.2020, κατέγραψαν στη γνωμοδότηση τους προς την Αρμόδια Αρχή τα ακόλουθα:
«[…]
Ε. ΕΙΣΗΓΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΙΔΙΚΩΝ με αναφορά στο Σχέδιο: Τα μέλη του Αναθεωρητικού Συμβουλίου, μελέτησαν την περίπτωση της πιο πάνω ασθενούς με βάση το άρθρο 17 του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα καθώς και την εισήγηση της Επιτροπής Ειδικών Χειρουργικής (ερ. 36) στην παρουσία του Δρ. Μ. Λοΐζου Διευθυντή Χειρουργικής και του ιδιώτη Χειρουργού Δρ. Π. Οικονόμου και συμφωνούν ότι η χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε η ασθενής ιδιωτικά πραγματοποιείται στη Χειρουργική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας , όπου η ασθενής θα μπορούσε να αποταθεί ή να παραπεμφθεί από τον γιατρό της. Όσον αφορά την κλινική εικόνα που παρουσίασε η ασθενής στις 16/10/19 (ίκτερος Total Bilirubin -25) και την επιμονή των Θεραπόντων ιατρών για εισαγωγή στο ιδιωτικό νοσηλευτήριο, η ασθενής, θα μπορούσε, αν η ίδια το επιθυμούσε και το απαιτούσε να μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας για εισαγωγή και αντιμετώπιση. Περιστατικά καρκίνου αντιμετωπίζονται με προτεραιότητα στα κρατικά νοσηλευτήρια.
1. Η πάθηση μπορεί να τύχει αποτελεσματικής διάγνωσης ή θεραπείας στα κρατικά νοσηλευτήρια: ΝΑΙ/ Υπάρχει επαρκής εμπειρία
2. Η διάγνωση ή θεραπεία μπορεί να παρασχεθεί από τα κρατικά νοσηλευτήρια μέσα στα χρονικά όρια που από ιατρική άποψη επιβάλλει η κατάσταση της υγείας του ασθενούς και η πιθανή εξέλιξη της υγείας του: ΝΑΙ/με βάση την κλινική εικόνα του ασθενή
3. Μετάκληση ειδικού ιατρού εντός κρατικού νοσηλευτηρίου για διάγνωση/θεραπεία/επέμβαση: ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ
Στ. Χρονικό πλαίσιο παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης
Α. Πολύ επείγον Β. Επείγον Γ. Κανονικό»
Η πιο πάνω γνωμοδότηση/έκθεση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου τέθηκε ενώπιον της Γενικής Διευθυντρίας, η οποία στις 12.6.2020 ενέκρινε την απόρριψη του αιτήματος. Η αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 19.6.2020 ενημερώθηκε ότι το αίτημα της για επιδότηση για θεραπεία στον ιδιωτικό τομέα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί.
Η νομιμότητα της απορριπτικής αυτής απόφασης αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας Προσφυγής.
Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης προβάλλεται από την πλευρά της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας, ελλιπούς αιτιολογίας, ότι λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης καθώς και ότι παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης, της χρήστης διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Τονίζει δε η συνήγορος της αιτήτριας ότι ούτε στην έκθεση της Επιτροπής Ειδικών αλλά ούτε και σε αυτή του Αναθεωρητικού Συμβουλίου φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη η ιατρική έκθεση του ιατρού του ΓΕΣΥ Δρ. Κ. ημερομηνίας 13.11.2019 στην οποία αναφέρεται εμφαντικά ότι η αιτήτρια χρειάζεται να υποβληθεί επειγόντως σε επέμβαση Whipple καθώς και οι δυο ιατρικές εκθέσεις του Δρ. Π. ημερομηνίας 30.10.2019 και 29.12.2019, οι οποίες λεπτομερώς παρουσίαζαν την επιδεινωμένη κλινική κατάσταση της αιτήτριας. Συναφώς εισηγείται η αιτήτρια ότι η δοθείσα αιτιολόγηση, ουδόλως λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα του κατεπείγοντος, ως είχε τονιστεί στις εκθέσεις των δυο θεραπόντων ιατρών αλλά και από την ίδια την αιτήτρια. Επουδενί, υποβάλλει η πλευρά της αιτήτριας δεν διαφαίνεται να απασχόλησαν τους καθ΄ ων η αίτηση η σοβαρότητα της υγείας της αιτήτριας, τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων, η ηλικία της καθώς και η διαδικασία που ακολουθείται όταν τα επίπεδα bilirubin είναι επικίνδυνα υψηλά και όταν εμφανίζεται χολαγγειίτιδα. Παραπέμπει δε η αιτήτρια στο περιεχόμενο των ιατρικών εκθέσεων του Δρ. Π. για να καταδείξει ότι «υπό την πίεση του χρόνου έπραξε αυτό που της υποδείχθηκε από τους θεράποντες ιατρούς ως την πιο αποτελεσματική θεραπεία για τη διάσωση της επιδεινωμένης και κρίσιμης κατάστασης της υγείας της » επισημαίνοντας μάλιστα ότι τα επίπεδα χολερυθρίνης ήταν τόσο υψηλά ώστε κατά το θεράποντα ιατρό «να απαγορεύεται στον ιατρό να αφήσει τον ασθενή να φύγει, διότι είναι επικίνδυνο για τη ζωή του ασθενή ». Εισηγείται δε η αιτήτρια ότι το γεγονός ότι ο Δρ. Κ. συνέστησε να γίνει άμεση χειρουργική επέμβαση παραπέμποντας την αιτήτρια ο ίδιος στον Δρ. Π. δεικνύει ότι ο θεράπων ιατρός θεώρησε ότι η διάγνωση και η θεραπεία που απαιτείτο δεν μπορούσε να δοθεί από το Γενικό Νοσοκομείο στα χρονικά πλαίσια που κατά την άποψη του επέβαλλε η κρίσιμη κατάσταση της αιτήτριας. Περαιτέρω ισχυρίζεται η πλευρά της αιτήτριας ότι καμία από τις δυο γνωμοδοτήσεις δεν είναι αιτιολογημένη καθότι τα όσα αναφέρονται σε αυτές δεν εξατομικεύουν την περίπτωση της αιτήτριας και θα μπορούσαν να αντιστοιχούν σε οποιαδήποτε περίπτωση. Τα όσα δε καταγράφονται στην έκθεση της Επιτροπής Ειδικών ουδόλως συνάδουν κατά τη θέση της αιτήτριας με τα όσα προνοούνται στο άρθρο 8(1) και 2 (β) και (γ) του Σχεδίου με αποτέλεσμα η εν λόγω έκθεση να είναι προϊόν ελλιπούς έρευνας και ατεκμηρίωτη. Έτερος ισχυρισμός προβάλλεται περί του ότι «δεν διαφαίνεται πουθενά στην ένσταση των καθ΄ων η αίτηση εάν τηρηθήκαν πρακτικά κατά τη συνέδρια της επιτροπής» κατά παραβίαση των άρθρων 24 και 25 του Ν.158 (Ι)/99. Τέλος η αιτήτρια και δια της απαντητικής αγόρευσης της διατείνεται ότι οι καθ΄ων η αίτηση υπό πλάνη δεν εφάρμοσαν τις πρόνοιες του άρθρου 9 του Σχεδίου κατά την εξέταση του αιτήματος της αιτήτριας.
Η πλευρά της καθ’ ης η αίτηση, απορρίπτοντας όλους τους πιο πάνω ισχυρισμούς, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη καθώς και ότι λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών των καθ’ ων η αίτηση χωρίς να έχει εμφιλοχωρήσει ουδεμία πλάνη κατά τη λήψη της. Τονίζει δε, η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε σύμφωνα το άρθρο 2 του Σχεδίου και κρίθηκε ότι η περίπτωση της αιτήτριας μπορούσε να τύχει αποτελεσματικής θεραπείας από τα κρατικά νοσηλευτήρια, επισημαίνοντας ότι περιστατικά καρκίνου αντιμετωπίζονται με προτεραιότητα στα κρατικά νοσηλευτήρια. Αναφορικά δε με τη δοθείσα αιτιολογία η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση αντιτείνει ότι η διοίκηση παρέθεσε τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούσαν την απόφαση απόρριψης του αιτήματος ως επίσης και ότι η αιτιολογία συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου καθώς και ότι από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου προκύπτει ότι υπήρξε η δέουσα διερεύνηση. Περαιτέρω υποβάλλει η ευπαίδευτη συνήγορος ότι η κρίση των καθ΄ων η αίτηση αποτελεί τεχνικό ιατρικό ζήτημα και ως τέτοια παραμένει ανέλεγκτη από το Δικαστήριο. Εισηγείται δε ότι «όταν το αίτημα της αιτήτριας μελετήθηκε από το Αναθεωρητικό Συμβούλιο μαζί με τα σχετικά ιατρικά πιστοποιητικά που προσκόμισε όπως επίσης εξετάστηκε αν το πρόβλημα του αιτητή έχρηζε άμεσης αντιμετώπισης όπου οι ιατροί ειδικοί για το ιατρικό θέμα του αιτητή αποφάσισαν ότι δεν έχρηζε άμεσης αντιμετώπισης». Τελικώς η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση αντιτείνει ότι οι καθ΄ων η αίτηση ενήργησαν καθόλα καλόπιστα και σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των συνηγόρων σε συνάρτηση με όλα τα τιθέμενα ενώπιον μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.
Εν πρώτοις και αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι «δεν διαφαίνεται πουθενά στην ένσταση των καθ΄ων η αίτηση εάν τηρηθήκαν πρακτικά κατά τη συνέδρια της επιτροπής» κατά παραβίαση των άρθρων 24 και 25 του Ν.158 (Ι)/99 διαπιστώνω ότι ουδόλως ευσταθεί. Αρκούμαι να αναφέρω ότι τόσο από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου όσο και των παραρτημάτων που επισυνάφθηκαν στην ένσταση των καθ’ ων η αίτηση ξεκάθαρα διαφαίνεται ότι η Επιτροπή Ειδικών συνεδρίασε μια φορά μόνο στις 22.11.2019 και το Αναθεωρητικό Συμβούλιο μόνο στις 2.6.20. Μάλιστα στην καταχωρηθείσα ένσταση των καθ΄ων η αίτηση επισυνάφθηκαν ως Παράρτημα 2 και Παράρτημα 5 αντίστοιχα έγγραφα με τίτλο «πρακτικά συνεδρίασης επιτροπής ειδικών ιατρών χειρουργικής» και «πρακτικά συνεδρίασης επιτροπής αναθεωρητικού χειρουργικής» τα οποία καταγραφούν τη διεργασία που έλαβε χώρα για εξέταση του αιτήματος της αιτήτριας και καθιστούν εφικτό το δικαστικό έλεγχο. Έπεται ότι η ύπαρξη και μόνο των εν λόγω πρακτικών καθιστά τον ισχυρισμό περί παράλειψης τήρησης πρακτικών άνευ οποιουδήποτε ερείσματος και συνεπώς υποκείμενο σε απόρριψη.
Επί της ουσίας κρίνω όμως ότι είναι βάσιμοι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας και ελλιπούς αιτιολογίας, ώστε να μην καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος και το ενδεχόμενο εμφιλοχώρησης πλάνης να μην μπορεί να αποκλειστεί.
Ευθύς εξαρχής επισημαίνω ότι το αίτημα της αιτήτριας αφορούσε αίτημα για κάλυψη εξόδων θεραπείας εκ των υστερών και ως εκ τούτου ως ορθά η αιτήτρια εισηγείται εφαρμοστέες είναι οι πρόνοιες του άρθρου 9 του Σχεδίου. Ως δε ρητά προνοείται στο άρθρο 9(2) του Σχεδίου: «αφού ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις και η σοβαρότητα της περίπτωσης κι εφόσον ικανοποιηθεί ότι εύλογα δεν υπήρχαν περιθώρια τήρησης της διαδικασίας εκ των πρότερων έγκρισης, η αίτηση παραπέμπεται για εξέταση από την Επιτροπή Ειδικών, όπως προβλέπονται στα άρθρα 6 έως 8 του Σχεδίου». Εν προκειμένω το αίτημα της αιτήτριας κρίθηκε ότι πληρούσε τις ρηθείσες πρόνοιες του άρθρου 9 και δια τούτο παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Ειδικών Ιατρών για να εξεταστεί υπό τα όσα ρητώς και λεπτομερώς προνοούνται στο άρθρο 8 του Σχεδίου, τα οποία και παραθέτω (ως εδώ ενδιαφέρουν):
Άρθρο 8
« Έκθεση της Επιτροπής Ειδικών Ιατρών
1. Η Επιτροπή υποβάλλει τεκμηριωμένη έκθεση προς το Γενικό Διευθυντή, αμέσως μετά την εξέταση κάθε αίτησης που παραπέμφθηκε σ' αυτή.
2.Η έκθεση της Επιτροπής περιγράφει την πάθηση του ασθενούς και τη γνώμη της Επιτροπής ως προς τα ακόλουθα:
(α) Κατά πόσον μπορεί ή δεν μπορεί να γίνει αποτελεσματική διάγνωση ή θεραπεία του ασθενούς σε κρατικά νοσηλευτήρια, λόγω έλλειψης των κατάλληλων διαγνωστικών ή θεραπευτικών μέσων.
(β) Κατά πόσον υπάρχει δυνατότητα αποτελεσματικής διάγνωσης ή θεραπείας εντός ή εκτός κρατικών νοσηλευτηρίων, η οποία λαμβανομένης σοβαρά υπόψη της ηλικίας και της κατάστασης της υγείας του ασθενούς, μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη διάσωση της ζωής του ή στην πρόληψη σοβαρής σωματικής ή διανοητικής αναπηρίας, ή στην παροχή θεραπείας που θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στη μόνιμη βελτίωση της κατάστασής του.
(γ) Κατά πόσον υπάρχει ή όχι ιατρική ανάγκη για διάγνωση ή θεραπεία και αν αυτή δεν μπορεί να παρασχεθεί από τα κρατικά νοσηλευτήρια μέσα στα χρονικά όρια που από ιατρική άποψη επιβάλλει η κατάσταση της υγείας του ασθενούς και η πιθανή εξέλιξη της υγείας του. [...]»
(η έμφαση προστέθηκε)
Η αιτήτρια τόσο με το αρχικό της αίτημα όσο και δια της ενστάσεως της στο Αναθεωρητικό Συμβούλιο υπέβαλε συγκεκριμένα ότι και ενώ προηγουμένως ήταν καθόλα υγιής επισυνέβησαν τέτοια γεγονότα με τέτοιο ραγδαίο ρυθμό, ήτοι από 7.10.2019 μέχρι τις 16.10.2019 ώστε στις 16.10.2019 η υγεία της να περιέλθει σε επικίνδυνη και κρίσιμη κατάσταση που να επέβαλλε την αυθημερόν εισαγωγή και άμεση υποβολή της σε χειρουργική επέμβαση προς αντιμετώπιση του καρκίνου, της χολικής σήψης και του ίκτερου. Μάλιστα ως υπέβαλε και δια της ενστάσεως της και επανέλαβε πολλάκις στη γραπτή της αγόρευση, η σοβαρότητα της ιατρικής της κατάστασης ήταν τέτοια και τα επίπεδα χολερυθρίνης τόσο υψηλά ώστε σύμφωνα και με τον θεράποντα ιατρό δεν επιτρεπόταν ούτε καν η μετακίνηση της από το νοσηλευτήριο στο οποίο είχε εισαχθεί.
Οι δε ιατρικές εκθέσεις των θεράποντων ιατρών τις οποίες η αιτήτρια επισύναψε τόσο στην αρχική της επιστολή όσο και στην ένσταση της και οι οποίες ήσαν ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση, περιγράφουν ενδελεχώς την κατάσταση υγείας της ατήτριας ως κρίσιμη επεξηγώντας ότι η κλινική της εικόνα και τα ιατρικά ευρήματα επέβαλλαν την άμεση χειρουργική επέμβαση.
Συγκεκριμένα στην έκθεση του Δρ. Π. ημερομηνίας 29.12.2019, στην οποία επαναλαμβάνονται και τα όσα καταγράφηκαν στην έκθεση του ημερομηνίας 30.10.2019, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η αιτήτρια και παρά την επιτυχή τοποθέτηση stent παρουσίασε δραματική αύξηση χολερυθρίνης (bilirubin levels) και χολαγγειίτιδα, γεγονός που επιδείνωσε σοβαρά την κλινική της κατάσταση. Η αιτήτρια ως περιγράφεται έγινε εμπύρετη, υποτασική με σοβαρή αδυναμία να περπατήσει, με δραματική δυσανεξία ενώ ο κίνδυνος ηπατοειδούς συνδρόμου ήταν πολύ υψηλός, με αποτέλεσμα, ως καταγράφει, να συστήσει την κατ΄ επείγουσα χειρουργική επέμβαση Whipple, ως τη μόνη αποτελεσματική θεραπεία προς αντιμετώπιση του καρκίνου στο πάγκρεας και της σήψης.
Επισημαίνω δε ότι το ιατρικό ιστορικό της αιτήτριας και τα γεγονότα που το συναπαρτίζουν δεν έχουν αμφισβητηθεί από τους καθ΄ων η αίτηση.
Με δεδομένες τις θέσεις της αιτήτριας, όπως αυτές υποβλήθηκαν ενώπιον του Αναθεωρητικού Συμβουλίου, πλαισιωμένες από τις ιατρικές βεβαιώσεις των θεράποντων ιατρών διαπιστώνω και σε συμφωνία με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας ότι από τη δοθείσα αιτιολογία δεν διαφαίνεται να απασχόλησαν τους καθ΄ων η αίτηση οι θέσεις της αιτήτριας και τα όσα καταγράφονται στις ιατρικές εκθέσεις των δυο θεραπόντων ιατρών σύμφωνα με τις οποίες η κατάσταση της υγείας της αιτήτριας ήταν κρίσιμη και σοβαρή, ώστε να καθίστατο αναγκαία, ως κατεπείγουσα, η διεξαγωγή χειρουργικής επέμβασης.
Χωρίς οποιαδήποτε καταγεγραμμένη αιτιολογημένη κρίση της Επιτροπής Ειδικών Ιατρών και του Αναθεωρητικού Συμβουλίου αναφορικά με τη σοβαρότητα της ιατρικής κατάστασης της αιτήτριας και την αναγκαιότητα άμεσης υποβολής της σε χειρουργική επέμβαση καθώς και εν τη παντελή απουσία οποιαδήποτε καταγεγραμμένης διαφωνίας ή διαφορετικής κρίσης επί των ενώπιον τους ιατρικών ευρημάτων, ως αυτά είχαν τεθεί στις εκθέσεις των θεράποντων ιατρών, ουδόλως παρέχεται η απαιτούμενη αιτιολογία, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο, για να μπορεί να καταστεί εφικτός ο δικαστικός έλεγχος περί της νομιμότητας της διαδικασίας. Και βεβαίως σύμφωνα και με τη πάγια νομολογία το Δικαστήριο δεν δύναται να υποκαταστήσει με τη δίκη του εκτίμηση και μάλιστα επί ενός τέτοιου ζητήματος την ελλείπουσα κρίση του αρμοδίου οργάνου (SKETSIOS & LARCOS DEVELOPPERS LTD και Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 22/16, ημερομηνίας 6/6/23) (Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000)3 ΑΑΔ 438), Συμεωνίδου κ.ά. ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1997) 3Α.Α.Δ. 145).
Οι δε γενικές αναφορές στις οποίες περιοριστήκαν τόσο η Επιτροπή Ειδικών Ιατρών όσο και το Αναθεωρητικό Ιατρικό Συμβούλιο, ήτοι ότι «η χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε η ασθενής ιδιωτικά πραγματοποιείται στη Χειρουργική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, όπου η ασθενής θα μπορούσε να αποταθεί ή να παραπεμφθεί από τον γιατρό της» ή ότι «Περιστατικά καρκίνου αντιμετωπίζονται με προτεραιότητα στα κρατικά νοσηλευτήρια» ουδόλως δύναται να συνιστούν, υπό τις περιστάσεις, επαρκή και σαφή αιτιολογία και ουδόλως καθιστούν εφικτό το δικαστικό έλεγχο (Χριστοφορίδης κ.α και Κεντρική Τράπεζα Κύπρου (Αναθεωρητική Έφεση αρ.148/15, ημερομηνίας 3/2/23).
Η δε έτερη αναφορά στη γνωμάτευση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου ότι «όσον αφορά την κλινική εικόνα που παρουσίασε η ασθενής στις 16/10/19( ίκτερος Total Bilirubin -25) και την επιμονή των Θεράποντων ιατρών για εισαγωγή στο ιδιωτικό νοσηλευτήριο, η ασθενής, θα μπορούσε, αν η ίδια το επιθυμούσε και το απαιτούσε να μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο ΤΑΕΠ του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας για εισαγωγή και αντιμετώπιση» όχι μόνο δεν μπορεί να καλύψει το κενό αιτιολόγησης αλλά τουναντίον το επιτείνει. Εν τη απουσία οποιασδήποτε αιτιολογημένης κρίσης που να αμφισβητεί τα ιατρικά ευρήματα αναφορικά με την κρισιμότητα της υγείας της αιτήτριας, η εκ των υστέρων, ατεκμηρίωτη θέση ότι η αιτήτρια και παρά την επιμονή των θεράποντων ιατρών θα μπορούσε εάν το επιθυμούσε και το απαιτούσε να μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο Τμήμα Επειγόντων του κρατικού νοσηλευτηρίου, παραβλέπει την ουσιαστική θέση της αιτήτριας, η οποία ουδόλως προκύπτει να απασχόλησε, ότι ενόψει της δραματικής αύξησης του επιπέδου χολερυθρίνης, δεν επιτρεπόταν να μετακινηθεί καθότι ως ιατρικά της υποδείχθηκε, κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο για τη ζωή της.
Είναι για τους πιο πάνω λόγους που η γενική απλή καταγραφή του Αναθεωρητικού Συμβουλίου υπό μορφή απάντησης ήτοι ότι «η διάγνωση ή θεραπεία μπορεί να παρασχεθεί από τα κρατικά νοσηλευτήρια μέσα στα χρονικά όρια που από ιατρική άποψη επιβάλλει η κατάσταση της υγείας του ασθενούς και η πιθανή εξέλιξη της υγείας του: ΝΑΙ/με βάση την κλινική εικόνα του ασθενή» καθώς και η καταγραφή «Στ. Χρονικό πλαίσιο παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης Α. Πολύ επείγον Β. Επείγον Γ. Κανονικό» δεν συνιστά επαρκή αιτιολογία αλλά αντιθέτως και στη βάση των όσων έχουν εκτεθεί ανωτέρω, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα, ώστε το ενδεχόμενο εμφιλοχώρησης πλάνης να μην μπορεί να αποκλειστεί (Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 3 ΑΑΔ 228) και Δημοκρατίας ν. Μαυρομμάτη κ.α. (1991) 3 ΑΑΔ 543).
Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μάριος Αντωνίου v Υπουργού Υγείας (Υπόθεση αρ.815/21, ημερομηνίας 12/9/12) λέχθηκαν τα εξής σχετικά:
«Δεν θεωρώ επαρκή την αιτιολογία που δίνεται, ότι ο ιδιώτης ιατρός ο οποίος διαπίστωσε επιδείνωση των συμπτωμάτων του, θα μπορούσε να τον αποστείλει εσπευσμένως στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών. Με μια τέτοια προσέγγιση εξουδετερώνεται εντελώς το κριτήριο που διατυπώνεται με την παράγραφο 8(2)(γ) και καθιστά τον οποιοδήποτε έλεγχο μη αναγκαίο, εφόσον σε κάθε περίπτωση, ακόμα και στις πιο σοβαρές, ενδεχομένως να παρέχοντο κάποια χρονικά πλαίσια για μεταφορά του ασθενούς στις Πρώτες Βοήθειες. Όμως αυτό δεν ήταν το ζητούμενο.»
Εν ολίγοις, αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι ελλείπει η εξατομικευμένη αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας της αιτήτριας καθώς και των όσων η αιτήτρια είχε υποβάλει. Επομένως θα συμφωνήσω με την αιτήτρια ότι ούτε η γνωμοδότηση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου περιλαμβάνει την αναγκαία υπό τις περιστάσεις αιτιολόγηση αλλά ούτε και το περιεχόμενο της γνωμοδότησης της Ειδικής Επιτροπής, την οποία το Αναθεωρητικό Συμβούλιο υιοθέτησε, μπορεί να παρέχει την απαιτούμενη τεκμηρίωση σύμφωνα και με τα όσα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του Σχεδίου.
Ως έχει παγίως νομολογηθεί, η αιτιολογία πρέπει να προσδιορίζει τη βάση της απόφασης και τους λόγους που την στοιχειοθετούν. Πρέπει να δίνονται σαφείς και ικανοποιητικοί λόγοι έτσι ώστε να καθίσταται δυνατό για το Δικαστήριο να διακριβώσει κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση εδράζεται επί του ορθού, πραγματικού και νομικού υπόβαθρου (βλ. Ηροδότου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220) Motorways Ltd. v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).Η αιτιολογία θα πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να επιτρέπει στο Δικαστήριο να εξάξει ασφαλή συμπεράσματα ως προς τη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας και την μη ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα ιδίως μάλιστα σε περιπτώσεις όπου λαμβάνονται δυσμενείς για το διοικούμενο αποφάσεις, όπως και η παρούσα (Ποτονίδης και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.418/17, ημερομηνίας 18/10/20). Ως εκ τούτου και υπό τις περιστάσεις που συναπαρτίζουν την παρούσα υπόθεση, δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτή η θέση των καθ΄ων η αίτηση ότι το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου δύναται να συμπληρώσει την ελλείπουσα αιτιολογία (GUO SHUYING v Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 64/2017, ημερομηνίας 7/11/23) και Ιωάννης Σανταφιανός v Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ, 108/15, ημερομηνίας 3/6/22).
Χωρίς να παραβλέπω τη θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι η κρίση της διοίκησης επί θεμάτων τεχνικής φύσεως εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου, σημειώνω ότι η εν λόγω νομολογιακή αρχή δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση, δεδομένων και των σφαλμάτων που εντοπίζονται (βλ. Αν. Οικονομίδης κ.α. ν. Α.Η.Κ. (Α.Ε. 140/2013, ημερομηνίας 8.5.2020), ECLI:CY:AD:2020:C147 Δημοκρατία ν. Παπαξενόπουλου κ.α. (Α.Ε. 114/13, ημερομηνίας 6.10.2016) Lellla Kentonis Investment Co Ltd v Κυπριακής Δημοκρατίας (2016) 3 ΑΑΔ 630).
Επί τούτου απόλυτα σχετικά είναι τα όσα λεχθήκαν από τη Δικαστή Μ. Καλλιγέρου (ως ήταν τότε Π.Δ.Δ.Δ), στην υπόθεση Σ. Μ., ανήλικος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1835/2017, ημερομηνίας 25/10/2019) τα οποία υιοθετώ πλήρως:
«Αποτελεί γενική αρχή του Διοικητικού Δικαίου, ότι μια απόφαση δυσμενής για τον αιτητή θα πρέπει, περισσότερο από τις άλλες, να αιτιολογείται ώστε να καθίσταται δυνατός ο δικαστικός έλεγχος[...]Η αδυναμία του Δικαστηρίου να γνωρίζει τα ιατρικά θέματα δεν αποτελεί λόγο για τον οποίον εκφεύγει μια τέτοια ιατρική κατάληξη, καταλυτική για τα συμφέροντα των αιτητών από τον δικαστικό έλεγχο, στα πλαίσια βέβαια πάντα του ελέγχου νομιμότητας από το Διοικητικό Δικαστήριο, και όχι ελέγχου ουσίας.Ο λόγος αυτός ακυρώσεως περί ελλιπούς αιτιολογίας γίνεται δεκτός και οδηγεί σε ακύρωση και την τελική απόφαση απόρριψης της αίτησης για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα».
Με δεδομένες τις πιο πάνω διαπιστώσεις, παρέλκει η ενασχόληση του Δικαστηρίου με τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως τους οποίους προώθησε η αιτήτρια.
Συνεπώς η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα ύψους €1700 πλέον Φ.Π.Α υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.