CYLAW
A. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1578/2023, 18/12/2023

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                                                      Υπόθεση Αρ. 1578/2023 (Κ)

 

                                                  18 Δεκεμβρίου, 2023

 

                                             [Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

A. S. εκ Συρίας

                                                                                                              Αιτητής,

                             v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, 2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

                                                                                Καθ' ων η Αίτηση

 

 

Κ. Γιαννακού (κα) Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόρος για τον Αιτητή.

Π. Βρυωνίδου (κα) μαζί με Α. Ρούσου (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο για τους Καθ' ων η Αίτηση.

  ___________________

 

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά απόφασης ημερομηνίας 31.08.2023, των Καθ’ ων η Αίτηση, η οποία αφορούσε την κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει του άρθρου 6 του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, και του διατάγματος κράτησης του μέχρις ότου απελαθεί, με ίδια ημερομηνία.

 

Ως καταγράφεται στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, αλλά και του φακέλου ο οποίος περιλαμβάνει έγγραφα τα οποία έχουν το χαρακτηρισμό «απόρρητα» και έχει επίσης κατατεθεί στο Δικαστήριο, τα σχετικά με την παρούσα υπόθεση γεγονότα έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής, υπήκοος της Συρίας, με ημερομηνία γεννήσεως 5.01.1983 υπέβαλε αίτημα στην Κυπριακή Δημοκρατία για παροχή σ’ αυτόν διεθνούς προστασίας στις 3.04.2018 και κατέχει καθεστώς Συμπληρωματικής Προστασίας μέχρι τις 31.07.2025. Σύμφωνα με το περιεχόμενο των φακέλων και σχετική ένορκο δήλωση του ίδιου, αυτός εργάζεται σε οικοδομικές εργασίες στη Λεμεσό και από την αμοιβή για την εργασία του αποστέλλει χρήματα στη σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα στη Συρία, αφού η οικογένεια του διαμένει στη πατρίδα του.

 

Σύμφωνα με τις επιστολές της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης οι οποίες φέρουν το χαρακτηρισμό «απόρρητα», ο αιτητής παρουσιάζεται να αποτελεί μέλος κυκλώματος το οποίο διακινεί παράτυπους μετανάστες από την Συρία, μέσω Τουρκιάς, δια θαλάσσης, στην Κύπρο, είτε προς τα κατεχόμενα είτε προς τις ελεύθερες περιοχές .

 

Με αιτιολογία τις πιο πάνω διαπιστώσεις της αρμόδιας υπηρεσίας της Δημοκρατίας, οι Καθ’ ων η Αίτηση έκριναν ότι ο αιτητής αποτελεί κίνδυνο για την κυπριακή κοινωνία και την ασφάλεια της Δημοκρατίας και στις 31.08.2023 κήρυξαν τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, σύμφωνα με τα όσα προνοούνται στο άρθρο 6, παρ. 1 (ζ) του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105. Πάντα στις 31.08.2023 εκδόθηκαν το ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου διάταγμα κράτησης καθώς και διάταγμα απέλασης του αιτητή, δυνάμει του άρθρου 14 του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου και του άρθρου 29 των Περί Προσφυγών Νομών

 

Όπως έχει αναφερθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και προκύπτει από του διοικητικούς φακέλους, ο αιτητής προσέφυγε ενάντια στο διάταγμα απέλασης  ημερ. 31.08.2023 με την Υπόθεση αρ. 3223/2023 στις 15.09.2023 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, όπου και η προσφυγή του εκκρεμεί.  

 

 

Ο αιτητής, ως καταγράφει στη προσφυγή του και προωθεί με την γραπτή αγόρευση της δικηγόρου του, προβάλει ότι η απόφαση κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη και συνακόλουθα το ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου διάταγμα κράτησης πάσχει, ως αποτέλεσμα παράβασης του Νόμου, των Κανονισμών και της Διαδικασίας και παράβαση ουσιώδους τύπου, αλλά και πραγματικής και νομικής πλάνης εκ μέρους της διοίκησης.

 

Κατά κύριο λόγο, η ευπαίδευτη δικηγόρος του αιτητή υποστηρίζει ότι, λανθασμένα οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν ακολούθησαν τις προβλεπόμενες διαδικασίες τις οποίες επιτάσσει ο Νόμος πριν από την έκδοση της επίδικης απόφασης, με δεδομένο ότι ο αιτητής διατελούσε κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας. Πέραν του πιο πάνω, υποστηρίζει ότι, υπήρξε παράβαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης του πελάτη της και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, καθώς και ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε χωρίς τη δέουσα ή/και επαρκή έρευνα και χωρίς τη δέουσα αιτιολογία. Επίσης προβάλει ότι, το διάταγμα Κράτησης παραβιάζει την Αρχής της Αναλογικότητας και κατ’ επέκταση τις Αρχές της Χρηστής Διοίκησης. Τέλος, ο λόγος ακύρωσης ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο διοικητικό όργανο ή/και όργανο άλλο από το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, απεσύρθη στο στάδιο των Διευκρινήσεων μετά την κατάθεση στο δικαστήριο επιστολής της ΕΔΥ για διορισμό Αναπληρώτριας Διευθύντριας από 19.8.2023 μέχρι 2.9.2023, δηλαδή τη περίοδο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Αντίθετα, η θέση της δικηγόρου των Καθ’ ων η Αίτηση είναι ότι το διάταγμα κράτησης είναι ορθό και νόμιμο και ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με το Νόμο και την αποφασιστική εξουσία που παρέχεται στη Διευθύντρια από το άρθρο 14 του Κεφ. 105, να εκδίδει διατάγματα κράτησης σε απαγορευμένους μετανάστες που βρίσκονται στο έδαφος της Δημοκρατίας.

 

Πρώτιστος λόγος ακύρωσης ο οποίος προβάλλεται από τη δικηγόρο του αιτητή είναι ότι, αυτός εξακολουθεί να είναι κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας μέχρι και τις 31.07.2025 και το καθεστώς του αυτό ουδέποτε έχει αρθεί.

 

Ακριβώς αντίστοιχο ζήτημα, με πανομοιότυπα γεγονότα, έχει εξετάσει η αδελφή Δικαστής Ε. Γαβριήλ ΔΔΔ στην Υπόθεση αρ. 186/2023 (K) ημερομηνίας 30 Μαρτίου 2023, A. A. J. v. Κ. Δ., ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, η οποία αποφάσισε τα ακόλουθα, τα οποία θα υιοθετήσω και στη παρούσα περίπτωση:

 

«Σημειώνεται πως η προσφυγή του αιτητή με αρ. 363/2023 κατά της νομιμότητας και ορθότητας του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, εκκρεμεί, ακόμα, προς εξέταση ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ενώ σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο αυτή βρίσκεται, δόθηκε η απάντηση πως δεν είχε ακόμα καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση του αιτητή.

 

Λόγω της φύσης του διατάγματος κράτησης, ως παρεπόμενου μέτρου σε σχέση με την απέλαση, ορθό θα ήταν, τα χρονοδιαγράμματα αμφισβήτησης των δύο διαταγμάτων, λόγω του ότι είναι αλληλοσυναρτώμενα, να είναι ταυτόσημα και/ή να συνάδουν χρονικά, καθότι, καλείται σήμερα το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει τη νομιμότητα - και όχι τη διάρκεια της κράτησης, η εξέταση της οποίας είναι, επίσης, εκτός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου - του διατάγματος κράτησης, αφού τέθηκε υπόψη και η έκδοση διατάγματος απέλασης, το οποίο, ως διοικητική πράξη, τεκμαίρεται νόμιμο, μέχρι η νομιμότητα του να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

 

Με δεδομένο λοιπόν, πως η προσφυγή που άσκησε ο αιτητής κατά του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, δεν έχει ακόμα εξεταστεί, υπό τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω πως, σήμερα, κατά την εξέταση της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης ίδιας ημερομηνίας, υφίσταται νομίμως εκδοθέν διάταγμα απέλασης, γεγονός που κατά την κρίση μου, δικαιολογεί και την κράτηση, προς υλοποίηση της εκτέλεσης της διοικητικής απόφασης της απέλασης.

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως το διάταγμα απέλασης είναι καθοριστικό για την υπόσταση του αλλοδαπού στη Δημοκρατία και δεδομένου του γεγονότος πως στον αιτητή είχε αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό αυτές τις περιστάσεις και μόνον, να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

Τούτο, αφού η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, διεργασία και χαρακτηρισμός που απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η κρίση της νομιμότητας και ορθότητας του οποίου διατάγματος, εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας του αιτητή και εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου.

 

 Το παρόν Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να εξετάσει τη νομιμότητα κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι αυτό αποτελεί επακόλουθο της όποιας απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σε σχέση με την άρση ή όχι, ή την ύπαρξη πράγματι δυνατότητας άρσης του καθεστώτος του αιτητή, ζητήματα που εμπίπτουν αποκλειστικά στη δική του δικαιοδοσία, που άλλωστε τίποτε από τα πιο πάνω προκύπτει από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1.

 

Λόγω της αλληλένδετης αλυσίδας των διοικητικών πράξεων, θα έπρεπε να προηγηθεί προς εξέταση η υπόσταση του αιτητή στη Δημοκρατία, αιτητή κατόχου συμπληρωματικής προστασίας, ζήτημα το οποίο θα τύχει εξέτασης από το αρμόδιο προς τούτο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό τις πιο πάνω αναφερόμενες ειδικές και συγκεκριμένες περιστάσεις, να εξετάσει το κατά πόσον ο αιτητής, στον οποίο είχε χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δεν προκύπτει από τον φάκελο να έχει αυτό αρθεί,  να εξετάσει το κατά πόσον, ορθά κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, αφού προέχει αυτού του χαρακτηρισμού, κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας που θα πρέπει να προηγηθεί, ως προς το καθεστώς του αιτητή, στον οποίο παραχωρήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, στις 27.11.2020, το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας

 

Ομοίως θα συμφωνήσω με την αδελφή Δικαστή Γαβριήλ, υιοθετώντας το σκεπτικό της ότι, το παρόν Δικαστήριο, υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει το κατά πόσον ο αιτητής ως κατόχος συμπληρωματικής προστασίας, έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης νόμιμα.

 

Με τη κατάληξη μου αυτή, ως προς το πρώτο αίτημα του αιτητή, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου απομένει η εξέταση της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης. Το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 31.8.2023, στηρίζεται και/ή είναι συνδεδεμένο με το διάταγμα απέλασης του ιδίου προσώπου, το οποίο, όπως αναφέρθηκε, μέχρι την τυχόν ακύρωσή του από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής 363/2023, τεκμαίρεται νόμιμο.  Τα δύο διατάγματα εξαρτώνται το ένα από το άλλο και η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης επηρεάζει τη δυνατότητα εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενου του φακέλου, αλλά και τις δηλώσεις των δικηγόρων αμφότερων των μερών στο Δικαστήριο, η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, εκκρεμούσης της εξέτασης της αντίστοιχης προσφυγής ενώπιον του  Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, δεν έχει αλλοιωθεί.

 

Δεδομένου τούτου, καταλήγω ότι το επίδικο διάταγμα κράτησης, ως προορισμένο να διαφυλάξει τη δυνατότητα υλοποίησης και εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης, το οποίο μέχρι την τυχόν ακύρωσή του από το αρμόδιο Δικαστήριο κρίνεται πως εκδόθηκε νόμιμα, αποτελεί συνακόλουθα νόμιμη πράξη.

 

Δεύτερος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται, είναι ότι, η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε χωρίς τη δέουσα ή/και επαρκή έρευνα και χωρίς τη δέουσα αιτιολογία. Όπως είναι παραδεκτό, ο αιτητής κατέστη παράνομος μετανάστης στις 31.08.2023 βάση του άρθρου 6(1)(ζ) του Κεφ. 105, εφόσον κρίθηκε ότι επρόκειτο για απαγορευμένο μετανάστη στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθότι με μαρτυρία που είχαν ενώπιον τους οι Καθ' ων η Αίτηση, ως οι σχετικές επιστολές της ΥΑΜ οι οποίες κατετέθησαν στο Δικαστήριο, η προσωπική συμπεριφορά του αποτελεί κίνδυνο για την δημόσια τάξη και ασφάλεια της Δημοκρατίας, για τους λόγους που αναφέρονται εντός των επιστολών αυτών. 

 

Αυτός ήταν και ο λόγος έκδοσης του επίδικου διατάγματος κράτησης του αιτητή καθώς και του διατάγματος απέλασης και η αιτιολογία προκύπτει ρητώς από το λεκτικό που εμπεριέχεται στα σχετικά έγγραφα. Συνεπώς, κρίνω ότι, η διοίκηση με βάση τα ενώπιον της δεδομένα εξέτασε την περίπτωση του αιτητή και εξέδωσε τη προσβαλλόμενη πράξη, ακριβώς για το συγκεκριμένο λόγο, ότι δηλαδή αυτός, πλέον, κρίθηκε ότι συνιστά κίνδυνο για την δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας που του παρέχει συμπληρωματική προστασία. Συνεπώς, η θέση του αιτητή ότι της προσβαλλόμενης πράξης δεν προηγήθηκε η δέουσα έρευνα και ότι αυτή δεν αιτιολογείται δεόντως, απορρίπτεται.

 

Ομοίως απορρίπτεται και η θέση ότι υπήρξε παράβαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης του αιτητή και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Όπως ορθά σημειώνει και η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής από τις 23.08.2023, ημερομηνία πραγματοποίησης της προσωποκράτησης του οπότε προέβη στην υπογραφή παραλαβής της σχετικής επιστολής χωρίς να αναφέρει το οτιδήποτε, μέχρι τις 31.08.2023, ημερομηνία έκδοσης της επίδικης απόφασης, αλλά και ημερομηνία οπότε οι δικηγόροι του υπέβαλλαν γραπτώς τις θέσεις του ενώπιον της διοίκησης, δεν προκύπτει να υπέβαλε οιοδήποτε σχετικό αίτημα προς τη διοίκηση ή να αιτήθηκε νομικής εκπροσώπησης για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα η οποία να μην του επιτράπηκε.

Καταλήγοντας, θα εξετάσω και τη θέση που υποστηρίζει ο δικηγόρος του αιτητή ότι, το προσβαλλόμενο Διάταγμα Κράτησης παραβιάζει την Αρχής της Αναλογικότητας και κατ’ επέκταση τις Αρχές της Χρηστής Διοίκησης αφού, όπως είναι παραδεκτό, το δυσμενές μέτρο της κράτησης συντελέστηκε για την επίτευξη του σκοπού της απέλασης και οι δυσμενείς συνέπειες μιας διοικητικής πράξης για τον διοικούμενο, δεν πρέπει να είναι δυσανάλογες με τον επιδιωκόμενο με την πράξη σκοπό. Ειδικότερα, η δικηγόρος του αιτητή υποβάλει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση θα μπορούσαν να επιβάλουν στον Αιτητή εναλλακτικά μέτρα, αντί να τον θέσουν υπό κράτηση και ότι εν προκειμένω η κράτηση του είναι έκδηλα υπερβολική για τον σκοπό της απέλασης.

 

Καταρχήν, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι στο άρθρο 18ΟΘ (4) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (ΚΕΦ.105) ως προς το διάταγμα κράτησης, γίνεται ρητή αναφορά σε «κίνδυνος διαφυγής» ή  «εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια της Δημοκρατία» οπότε δεν δίδεται δικαίωμα οικειοθελούς αναχώρησης το οποίο εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Αvώτερoυ Λειτουργού Μετανάστευση, κάτι το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν προκύπτει να αιτήθηκε ο ενώπιον μας αιτητής. 

 

Στο συγκεκριμένο άρθρο γίνεται αναφορά ότι «(4) Εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή εάν αίτηση για νόμιμη παραμονή έχει απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη ή δολία ή εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας, ο Αvώτερoς Λειτουργός Μετανάστευσης δύναται είτε να μη χορηγεί χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης είτε να χορηγεί χρονικό διάστημα κάτω των επτά ημερών.».

 

Στη παρούσα περίπτωση, επαναλαμβάνουμε ότι, ο αιτητής δεν εξέφρασε την επιθυμία του για οικειοθελή επιστροφή στη χώρα όπου διαμένουν η σύζυγος και τα ανήλικα του τέκνα, συνεπώς τέτοιο ζήτημα εύλογα δεν απασχόλησε τη διοίκηση.

 

Οι αρχές που καθορίζει η νομολογία μας, ως προς τη διαφύλαξη του Κράτους Δικαίου, είναι καλά γνωστές. Εν προκειμένω, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία (Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60), ωστόσο δεν υπερφαλαγγίζει την αρχή της σύννομης λειτουργίας της διοίκησης, επίσης «η αρχή της καλής πίστης, δε μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών, που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται» (βλ. Παμπόρη ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, ημερ. 15/12/1995 , όπως επίσης και Vasiliou ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 220, Papadopoulou ν. Republic (1984) 3 C.L.R. 332, Droussiotis v. C.B.C. (1984) 3 C.L.R. 546, Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 573/94, ημερ. 8/03/1996).

 

Ανατρέχοντας στα έγγραφα που αφορούν τον Αιτητή εντός του διοικητικού φακέλου, αυτός δηλώνει ότι η οικογένεια του βρίσκεται στη Συρία και ο ίδιος στη Κύπρο εργάζεται αποστέλλοντας εκεί χρήματα, χωρίς να προκύπτει ότι τον συνδέει ο οιοσδήποτε ουσιαστικός δεσμός με την Δημοκρατία, πέραν του καθεστώτος Συμπληρωματικής Προστασίας το οποίο η Δημοκρατία του είχε χορηγήσει, δεδομένων των έκρυθμων συνθηκών στη πατρίδα του, προ μερικών ετών.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψιν και το περιεχόμενο των εν λόγω επιστολών της ΥΠΑΜ, οι οποίες εμπλέκουν τον αιτητή σε κύκλωμα παράνομης διακίνησης παράτυπων μεταναστών από τη Τουρκία προς τα εδάφη της Δημοκρατίας, οι οποίες συνηγορούν στο ότι η συμπεριφορά του εν λόγω αιτητή αποτελεί άμεσο κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας. Συνεπώς, καθίσταται εύλογο το συμπέρασμα ότι, στη παρούσα περίπτωση θα υπήρχε κίνδυνος διαφυγής από το συγκεκριμένο πρόσωπο και παρεμπόδιση της διαδικασίας επαναπατρισμού του εάν δεν υλοποιείτο και εν πάση περιπτώσει εάν παύση να συνεχίζεται η κράτηση αυτού.

 

Οι Καθ΄ων η αίτηση ως η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας αποφασίζει επί θεμάτων εισόδου και παραμονής αλλοδαπών στην επικράτεια της χώρας, εξετάζοντας την κάθε περίπτωση με καλή πίστη και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ενώ το τεκμήριο υπέρ της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης παραμένει ακλόνητο μέχρι απόδειξης του αντιθέτου (βλ. Maria Nicky Reyes ν. Δημοκρατίας (1996) 4 ΑΑΔ 401, Amanda Marga Ltd. ν. Δημοκρατίας (1985) 1 ΑΑΔ 2583, Abtul Rashim Souleiman ν. Δημοκρατίας (1987) 3 ΑΑΔ 224, Usman Ibne Mushtaq ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 1479, Reza Mohammedi κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 4 ΑΑΔ 559).

 

Στη παρούσα περίπτωση θα συμφωνήσω, δεδομένων των προσωπικών συνθηκών του αιτητή, με τις δικηγόρους των Καθ’ ων η αίτηση ότι, το εξεταζόμενο από το Δικαστήριο μέτρο της κράτησης του αιτητή ήταν κατάλληλο και ανάλογο με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή την υλοποίηση του διατάγματος απέλασης, η νομιμότητα του οποίου, επαναλαμβάνω, κρίνεται από άλλο Δικαστήριο.

 

Καταλήγοντας, ενόψει των όσων έχω προαναφέρει, κρίνω ότι ορθώς εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα και ουδείς εκ των λόγων ακυρώσεως που προωθήθηκαν ευσταθεί.

 

Η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα ύψους 1500 Ευρώ υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

 

                                                                             Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.